Η πρόσφατη συμμετοχή της ακροδεξιάς οργάνωσης Ε.Ο.Ν. στην παρέλαση της Θεσσαλονίκης, όπως αναδείχθηκε από τον Ευρωβουλευτή του ΠΑΣΟΚ, Νίκο Παπανδρέου, αποκαλύπτει ένα σοβαρό θεσμικό και πολιτικό σκάνδαλο.
Η εικόνα μιας εθνικής γιορτής να μετατρέπεται σε βήμα για μισαλλόδοξες οργανώσεις φέρνει στην επιφάνεια τα πιο σκοτεινά στοιχεία της ελληνικής κοινωνίας, καταδεικνύοντας ταυτόχρονα την ανεπάρκεια των κρατικών και περιφερειακών αρχών που είχαν την ευθύνη να διαφυλάξουν το δημοκρατικό πλαίσιο.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας χορήγησε άδεια συμμετοχής στην «Παμμακεδονική Ένωση Μακεδονικού Αγώνα Ελλάδος-Αυστραλίας». Η Ε.Ο.Ν., μία οργάνωση που συνδέεται με ακροδεξιά και εθνικιστικά ιδεώδη, παραδέχθηκε ότι παρέλασε «μαζί» με την Ένωση, εγείροντας σοβαρά ερωτήματα σχετικά με τη γνώση ή την ανοχή των αρμόδιων αρχών. Είτε πρόκειται για συνειδητή πρόσκληση είτε για έλλειψη ελέγχου, το αποτέλεσμα παραμένει το ίδιο: η δημόσια παρουσίαση μιας ιδεολογίας που προσβάλλει την ίδια την ουσία της 28ης Οκτωβρίου.
Η Περιφέρεια, η Αστυνομία και οι αρμόδιες αρχές καλούνται να δώσουν άμεσες και πειστικές απαντήσεις. Η μνήμη της Αντίστασης κατά του φασισμού δεν μπορεί να χρησιμοποιείται ως φόντο για ακροδεξιές επιδείξεις «πατριωτισμού». Ο εκφυλισμός της παρέλασης, η απουσία ελέγχου και η μετατροπή ενός εθνικού συμβόλου σε όχημα προπαγάνδας ομάδων που επιδιώκουν τον διχασμό της κοινωνίας δεν αποτελούν απλώς διοικητικό σφάλμα - πρόκειται για πολιτική ύβρι.
Εάν το περιστατικό δεν αντιμετωπιστεί με τη δέουσα σοβαρότητα, υπάρχει κίνδυνος να δημιουργηθεί ένα επικίνδυνο προηγούμενο, όπου κάθε ακραία ομάδα θα μπορεί να εισβάλλει στις δημόσιες τελετές επικαλούμενη την «ελευθερία της έκφρασης». Η δημοκρατία δεν μπορεί να είναι τόσο αφελής ώστε να επιτρέπει στους εχθρούς της να συμμετέχουν στις επίσημες εκδηλώσεις της.
Η Ιστορία μας έχει διδάξει ότι όταν η Δημοκρατία υποχωρεί στο όνομα της «ανεκτικότητας», ανοίγει την πόρτα στο σκοτάδι. Και η Θεσσαλονίκη του 2025 δεν μπορεί -ούτε θα πρέπει- να γίνει πεδίο τέτοιας ντροπής.